- ἔκειντο
- κεῖμαιAër.imperf ind mp 3rd pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἔκεινθ' — ἔκειντο , κεῖμαι Aër. imperf ind mp 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
HYACINTHINUS Color — eximius olim habitus. Hinc Panthea marito offert, cum aurea casside et armillis, Χιτῶνα πορφυροῦν ποδήρη καὶ λόφον ὑακινθινοβαφῆ tunicam purpuream talarem et conum hyacinthini coloris, apud Xenoph. Cyrop. l. 6. Circa Cyrieiusdem sepulchrum, apud… … Hofmann J. Lexicon universale
THESMOTHETAE — inter praecipuos Atheniensium Magistratus, numerô sex erant: e Novemvitis illis annuis, de quibus supra. Horum enim unus Archon dicebatur, et signabat Fastos; alter Rex, qui sacra curabat; tertius Polemarchus, cui belli commissa cura; reliqui sex … Hofmann J. Lexicon universale
άλογο — Λέγεται και ίππος και επιστημονικά ίππος ο ήμερος. Το ά., που είναι πολύ διαδεδομένο, είναι θηλαστικό περιττοδάχτυλο της υπόταξης των ιππομόρφων, της οικογένειας των ιππιδών. Το θηλυκό καλείται φοράδα ή φορβάς. Το σώμα του, με πολύ αρμονικές… … Dictionary of Greek
πεπαίνω — ΝΜΑ [πένων] παθ. πεπαίνομαι γίνομαι ώριμος, ωριμάζω («έκειντο πεπαινόμενα εις τον ήλιον μακρυλά καρπούζια», Παπαδ.) μσν. αρχ. παθ. θερμαίνομαι, ζεσταίνομαι αρχ. 1. (σχετικά με φυτό) καθιστώ κάτι ώριμο, μαλακώνω 2. (αμτβ.) έχω ώριμους καρπούς 3.… … Dictionary of Greek
υποβλήδην — και δωρ. τ. ὑποβλήδαν Α επίρρ. 1. παρεμβαίνοντας και διακόπτοντας την ομιλία τού άλλου («ὑποβλήδην ἠμείβετο», Ομ. Ιλ.) 2. λοξά, με λοξό βλέμμα («ὑποβλήδην ἐσκέψατο», Ύμν. Ερμ.) 3. σε απάντηση, απαντώντας 4. μιλώντας με την σειρά του 5.… … Dictionary of Greek